πνιγηρά

πνιγηρά
πνῑγηρά , πνιγηρός
choking
neut nom/voc/acc pl
πνῑγηρά̱ , πνιγηρός
choking
fem nom/voc/acc dual
πνῑγηρά̱ , πνιγηρός
choking
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πνιγηρᾷ — πνῑγηρᾷ , πνιγηρός choking fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μισισίπι — (Mississipi). Πολιτεία (123.514 τ. χλμ., 2.858.029 κάτ. το 2001) που βρίσκεται στις κεντρικές νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Βρέχεται από τον κόλπο του Μεξικού στα Ν και συνορεύει με την Αλαμπάμα στα Α, το Τενεσί στα Β, το Άρκανσο στα ΒΔ και τη Λουιζιάνα… …   Dictionary of Greek

  • Μισούρι — I (Missouri). Ποταμός (4.740 χλμ.) των ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος δεξιός παραπόταμος του Μισισιπή. Πηγάζει από τις ανατολικές πλαγιές των Βραχωδών Ορέων και σχηματίζεται από τη συμβολή των ποταμών Τζέφερσον και Μάντισον. Το μεγαλύτερο μέρος του πάνω ρου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”